ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ
ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΕΠΙΚΑΙΡΗΣ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑΣ [ΟΚΤ. 2016]
Α) Παράβολο στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές εν γένει διαφορές (άρθρο 277 παρ. 3 και 4 ΚωδΔιοικΔικ.)
ΣτΕ (7μ) 3832/2014: Παράβολο στις χρηματικού περιεχομένου φορολογικές εν γένει διαφορές. Απαράδεκτο του ενδίκου βοηθήματος εάν κατά την κατάθεσή του δεν καταβληθεί από τον υπόχρεο το 1/3 του κατά την παρ. 3 του άρθρου 277 του ΚωδΔιοικΔικ. παραβόλου (δηλ. ποσοστό 2% του αντικειμένου της διαφοράς και μέχρι του ποσού των 10.000€), έως δε την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης τα υπόλοιπα 2/3 αυτού. Δεν αντίκειται στις διατάξεις του Συντάγματος και της ΕΣΔΑ η ρύθμιση της παρ. 4 του άρθρου 277 του ΚωδΔιοικΔικ. Δεν εφαρμόζεται η ρύθμιση του άρθρου 139Α του ΚωδΔιοικΔικ. όταν είναι προφανές ότι πρόκειται περί χρηματικού περιεχομένου φορολογικές εν γένει διαφορές. Όταν δεν είναι προφανές, όπως επί ατελούς διατυπώσεως του νόμου και ελλείψεως σχετικής νομολογίας, που έχει ως αποτέλεσμα την δημιουργία ευλόγων αμφιβολιών, το δικαστήριο, που καταλήγει ερμηνευτικά στο αντίθετο συμπέρασμα, οφείλει, ενόψει των άρθρων 20 παρ. 1 και 25 παρ. 1 του Συντάγματος και 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, να μην απορρίψει το ένδικο βοήθημα ως απαράδεκτο, αλλά να καλέσει τον/την διάδικο να καλύψει την τυπική αυτή παράλειψη, εντός ευλόγου προθεσμίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 139Α του ΚωδΔιοικΔικ., ή και με την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως.
Βλ. σχετ. και ΣτΕ (εν Συμβουλίω) 210/2015 επί προδικαστικού ερωτήματος του ΔΠΗρ., αλλά και ΔΠΛαρ. 221/2016, ΔΠΚομ. 302/2016, ΔΠΚαβ 432/2015, ΔΠΣερ. 453/2015
Β) Γραμμάτιο προείσπραξης (άρθρο 61 παρ. 4 του Κώδικα Δικηγόρων, ν. 4194/2013, ΦΕΚ Α΄ 208/27.9.2013)
ΟλΣτΕ 1858/2015: Εφόσον δεν κατατεθεί ενώπιον του δικαστηρίου γραμμάτιο προκαταβολής εισφοράς προς τον οικείο δικηγορικό σύλλογο, η σχετική διαδικαστική πράξη είναι απαράδεκτη. Η εν λόγω ρύθμιση της παρ. 4 του άρθρου 61 του Κώδικα Δικηγόρων δεν προσκρούει στο κατοχυρωμένο από το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος δικαίωμα δικαστικής προστασίας ούτε στο εγγυώμενο από το άρθρο 13 της κυρωθείσης με το ν.δ. 53/1974 (ΦΕΚ Α’ 256) Ε.Σ.Δ.Α. δικαίωμα αποτελεσματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής προς διαφύλαξη των διασφαλιζόμενων από την εν λόγω Σύμβαση δικαιωμάτων, δεδομένου ότι με αυτήν επιδιώκεται η εξυπηρέτηση σκοπών που συνάπτονται προς την απονομή της δικαιοσύνης και δεν υπερβαίνει το αναγκαίο μέτρο. Αντίθετη μειοψηφία.
ΣτΕ 3705/2015, 3548/2015, 2131/2015: Στην περίπτωση όπου η ερμηνεία της ΟλΣτΕ 1858/2015 -η οποία συνιστά μεταστροφή νομολογίας, διότι μέχρι τότε η σχετική ερμηνεία της παρομοίου περιεχομένου διατάξεως του άρθρου 96 παρ. 6 του προηγούμενου Κώδικα Δικηγόρων (ν.δ. 3026/1954, ΦΕΚ Α´ 235) ήταν ότι η παράλειψη καταθέσεως του γραμματίου καταβολής της δικηγορικής αμοιβής δεν συνεπάγεται ερημοδικία του/της διαδίκου (βλ. ΑΕΔ 33/1995)- έλαβε χώρα σε χρόνο μεταγενέστερο της δικασίμου της υπό κρίση υποθέσεως, για λόγους προστασίας του/της διαδίκου, θεωρείται ότι η εν προκειμένω παράλειψη καταθέσεως του γραμματίου προκαταβολής για την παράσταση δεν συνεπάγεται απαράδεκτο της εν λόγω διαδικαστικής πράξης.
ΔΠΘεσ. 1139/2016: Ακυρωτική διαδικασία. Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της αιτούσας, ο οποίος παρέστη κατά την συζήτηση της υπόθεσης στο ακροατήριο, ζήτησε και έλαβε δεκαήμερη προθεσμία για προσκόμιση νομιμοποιητικών εγγράφων και υποβολή υπομνήματος, χωρίς να προσκομίσει, έως την λήξη της ανωτέρω προθεσμίας, το σχετικό γραμμάτιο προκαταβολής της προβλεπόμενης εισφοράς προς το Δικηγορικό Σύλλογο Θεσσαλονίκης ειδικώς για την παράστασή του στο ακροατήριο του Δικαστηρίου κατά την παρούσα δικάσιμο. Η παράσταση αποτελεί αυτοτελή διαδικαστική πράξη, διαφορετική από την κατάθεση του κρινόμενου ενδίκου βοηθήματος, για την οποία (κατάθεση) καταβλήθηκε το οικείο γραμμάτιο προείσπραξης. Μη νόμιμη η παράσταση της αιτούσας δια του εν λόγω δικηγόρου. Δεν δύναται να θεωρηθεί πως παραβιάζονται η αρχή της ασφάλειας δικαίου ή τα κατοχυρωμένα με διατάξεις υπερνομοθετικής ισχύος δικαιώματα δικαστικής προστασίας και αποτελεσματικής προσφυγής της αιτούσας, καθόσον η επαγωγή της έννομης συνέπειας του απαραδέκτου της δια του προαναφερόμενου δικηγόρου παράστασής της λόγω μη προσκομίσεως του προβλεπόμενου γραμματίου προκαταβολής εισφοράς προέκυπτε κατά τρόπο σαφή και ευλόγως προβλέψιμο από τις διατάξεις του άρθρου 61 παρ. 4 του Κώδικα Δικηγόρων.